- προπυλίς
- προπυλίςopeningfem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
προπυλίς — ίδος, ἡ, Α θολωτή θυρίδα τής ελεπόλεως, δηλ. τής μεγάλης πολιορκητικής μηχανής την οποία επινόησαν οι Έλληνες και, ειδικότερα, ο Δημήτριος ο Πολιορκητής το 306 π. Χ., με μορφή ξύλινου πύργου που προχωρούσε πάνω σε τροχούς και τον χρησιμοποιούσαν… … Dictionary of Greek
προπυλίδα — προπυλίς opening fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προπυλίδος — προπυλίς opening fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)